Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

ΙΛΑΡΙΟΣ

                         
Το χριστιανόπεμπτο σπαθί πίστεψε πως μπορεί
να σβήσει από τη μνήμη μας των Μυστηρίων το θάμπος.
Κι' έρημος πως θ' απόμενε για να μην ιστορεί
τη μέθεξη με τη Θεά, ο Ελευσίνιος κάμπος.

Έτσι έφυγες απότομα στης νεκρικής σιγής
τα μέρη, αργοσέρνοντας τους κρίκους της αλύσου.
Τον Κυκεώνα κρύβοντας στα τρίσβαθα της γης
σα μακρυνή ανάμνηση μιας ποντισμένης νήσου.

Θα ξαναπιούμε απ' το ιερό που ετοίμαζες πιοτό,
όταν, με βλέμμα ατάραχο αρχαίου νεκρομάντη,
Ευμολπιδών νέα γενιά θα σέρνει το χορό,
την ώρα της εκδίκησης, στερνέ Ιεροφάντη.

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2012

ΙΩΝΙΑ

                                 
Καθώς τους καίριους οιωνούς φωτίζει η κάθε αυγή
του καιροδείχτη πετεινού πάνω απ' την καμινάδα,
μοιάζεις απρόσιτη θεά πανίερη μάνα γη,
εσύ του ονείρου μου όνειρο πατρίδα μου Ελλάδα.
Μα καθώς τούτη η μαγική, κατάλοιπο του ονείρου,
εικόνα, ξεθωριάζει εμπρός στη σάρκινη πυγμή,
νοιώθω δειλά ν' απλώνεται στην κόγχη ενός απείρου,
ξέσπασμα οργής, μιαν έκταση στου χρόνου τη ρωγμή.
Κι' είν' αίμα και νερό μαζί και χώμα. Μια οιμωγή
από μια χώρα αλύτρωτη, μια πικραμένη γη...

ΜΥΣΤΙΚΟ

                          
Πολλές φορές, τη σκέψη μου ν' αντέξω αδυνατώντας,
μ' απότομα τινάγματα λοξά της κεφαλής
σαν τρομαγμένο άλογο χορεύω προσπαθώντας
να διώξω μιαν ασίγαστη θολούρα της ψυχής.
Ζηλεύω τότες και φθονώ τη μοίρα όσων ανθρώπων
αδυνατούνε να αισθανθούν νοήματα κι' αρχές.
Μα εξαίφνης μια πνιχτή αντηχεί κραυγή κάποιων ατόπων
εικόνων και γεμίζω ευθύς με τύψεις κι' ενοχές.
Σαν κάποιο μέγα αισθάνομαι να πρόδωσα σκοπό,
σαν κάποια θεία πως πρόσβαλα αισθάνομαι εικόνα
κι' ολόκληρος, σώμα και νους, σ' αργό στροβιλισμό,
νοιώθω σα φύλλο ανάλαφρο στη μέση ενός κυκλώνα.
Κι' είναι στ' αλήθεια δυστυχής όποιος δεν είδε ό,τι είδα, 
μ' ακόμη εγώ πιο δυστυχής που μόνιμα δε ζω
στης πιο κρυφής ουσίας μου τη μυστική πατρίδα
που λόγος άρρητος πληροί της γνώσης το κενό...

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

ΑΜΑΔΡΥΑΔΑ

       
Κι' απόψε τη μνήμη σου
στην ιερή βαλανιδιά να φέρεις
και τα μαλλιά σου
στο πρόσωπο της νύχτας να ριχτούνε
κι' ανάλαφρη έκσταση να περονιάσει το κορμί σου.
Θεία σιγή ας απλώνουνε τα χέρια σου
στην άδοξην ιεροτελεστία
κι' ο πάνσεπτος Δρυΐδης τ' όνειρό σου
ας βάψει κόκκινο βαθύ.
Οσμή που της θεάς το χνώτο εξημερώνει 
ν' αναδυθεί απ' τη σάρκα σου
που δεν την έσπειρε η σιγή του σκοταδιού.
Ανέγγιχτο όνειρο
χωρίς εσένα
οι θεοί βυθίζονται στην άπατη άβυσσο.
Τους τρώει ο θάνατος και τους σκευρώνει η δίψα.
Δίχως εσένα κόρη αιώνια 
κι' άσπιλο φως του μυστηρίου θολό,
οι Θεοί πεθαίνουν
κάτω απ' τον ίδιον ίσκιο
π' αναγεννιούνται :
τον ίσκιο της ιερής βαλανιδιάς.

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ

                

Απόψε ο εκατόνταρχος φάνηκε σιωπηλός.
Και βλοσυρά περνώντας 
μπροστά από την παράταξη των στρατιωτών,
κοιτούσε 
με μάτι αγριεμένο τις ασπίδες.
Σταμάτησε στη μέση. Μαχητές, μας είπε,
ο άθλιος σφετεριστής του θρόνου,
ο σκοτεινός συγγενοκτόνος,
πέρασε στη νίκη. 
Κι' αφού
σε τέτοιο πλέον αντίστρατο στρατό
να μείνω δεν αρμόζει στην τιμή μου
κι' αφού χωρίς στρατό η ζωή μου θα 'ναι άδεια,
το κοντοσπάθι μου τη λύση θα μου δώσει
διαπερνώντας σύσαρκα το γέρικο κορμί.
Μα πρίν η θεία πυρά τη σάρκα μου τυλίξει
κι' οβολοδέκτης ο βαρκάρης του Αχέροντα,
με τα πορθμεία στο χέρι,
κωπηλατώντας μ' οδηγήσει στον Άδη,
μια χάρη θα ζητήσω :
Αν κάποτε πικράθηκε κανείς
με λόγον εδικό μου ή πράξη
ας συγχωρήσει τ' άξεστό μου στόμα, τα χέρια, το μυαλό.
Χωριάτης είμαι. Τους βαθμούς τους πήρα μεσ' στη μάχη,
σε μάχες για πατρίδα, για θεούς. 
Κι' ακόμη,
συμμαχητές μου εσείς παλαίμαχοι της Ρώμης,
αν ποτέ σας ρωτήσει η Ιστορία,
να μην ντραπείτε
πως πολεμήσατε υπερήφανα να πείτε
τον άθλιο σφετεριστή του θρόνου,
το σκοτεινό συγγενοκτόνο, τότε
στην τελευταία μάχη των εθνών με τους μισάνθρωπους
κι'  "εν τούτω νίκα" σταυρωτήδες της ζωής...

ΑΔΟΛΦΟΣ ΧΙΤΛΕΡ

            
        
Σαν "προπατορικό αμάρτημα" ήρθες, 
σαν "αλλοτρίωση".
Μακρυά απ' των "αρμαγεδώνων" τη φτηνή ανεπιείκεια 
και μακρυά
από γελοίες "επαναστάσεις" της πλεμπάγιας.
Χωρίς ...παραδεισένια κρινολούλουδα,
χωρίς θολούρες της κοινόβιας ευωχίας.
Το χρόνο αγάπησες σαν έρωτα ανεκλπήρωτο
σαν κάποια απλή εξιδανικευμένη αμαρτία.
Ήρθες σαν την υπέροχη στιγμή τη δυνατή
που δεν ψευτίζει μέσα στο αιώνιο.
Οι αιωνιότητες ! Αυτές οι αιμορουφίχτρες των στιγμών !
 Προσπέρασες 
κι' είπες στο τώρα και στο εδώ να στηλωθείς
κι' ευλαβικά τον παφλασμό ν' αφουγκραστείς
του κύβου καθώς πέφτει
μες' στο Ρουβίκωνα.
Τι 'ναι άλλωστε η αιωνιότητα
μπροστά σε μια υπέροχη στιγμή...

ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ

                        
Είπαν οι Χριστιανοί πως έφυγες στην κόλαση
κι' οι άθεοι πως πας στο πουθενά.
Μα Εσύ τους άφησες να λένε...
Ήταν 
φαεινή και διάπλατη καθώς τη διαπερνούσες
των Ηλυσίων Πεδίων η πύλη.
Κι' είδες
-γνώση στερνή- 
πως και να βγεις 
μ' αρχαίο χιτώνα, πώγωνα
και πράος
στην οδό των Εθνικών
δε φτάνει. 
Ωσάν τους όφεις
ιοβολούνε την ...αγάπη τους οι αμνοί
κι' ύπουλο χέρι προσδοκά για ανταμοιβή
μια ψευδεπίγραφη αγιοσύνη δολοφόνου.

ΥΠΑΤΙΑ

                   
Έριξε στα μαλλιά Της στάχτη.
Και τη λευκήν εσθήτα Της κρατώντας
ξεχύθηκε στο αιώνιο, στο κενό...
Του Χριστιανού, του Εβραίου, του νεκροθάφτη
το φθόνο και την ειρωνεία φορώντας,
πλανιέται μεσ' στον άδειον ουρανό
της Αλεξάνδρειας...

ΕΣΤΙΑΔΑ

                      
Άναψες το μοναδικό κερί σου. Μέσ' στη νύχτα
την κρύα εικόνα της ψυχής σου σάλεψες.
Και του κορμιού σου 
την άγρια, την ατίθαση σιγή
πάλι κι' απόψε προσευχή θα την υψώσεις.

ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΑΙΜΑ

                        

Κοχλάζει μέσα μου. Άσπιλη μαγεία κατευοδώνει
τη βαθυπόρφυρη έκσταση που το θερμαίνει αιώνια.
Σε μια σπηλιά υπερβόρεια, κατάλευκη από χιόνια,
το σημαδεύει η προσταγή κι' η γνώση το στοιχειώνει.